Η Σχέση Μητέρας και Βρέφους

2 Σεπτεμβρίου, 2009

Είναι η πρώτη σχέση που διαμορφώνουμε. Πολλές από τις συμπεριφορές μας ως ενήλικες έχουν την βάση τους σε αυτήν την πρωταρχική σχέση με τη μητέρα.

Σύμφωνα με τη θεωρία της προσκόλλησης, αυτή είναι η σχέση που μας εφοδιάζει με την πρώτη αντίληψη μας για τις σχέσεις και με τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε μέσα στις ενήλικες σχέσεις μας. Παράλληλα, μέσα από τη σχέση με τη μητέρα, διαμορφώνουμε τις προσδοκίες μας από τις σχέσεις, την ταυτότητά μας, αλλά και τους φόβους, τα άγχη και την ικανότητα ή μη να αντέχουμε την απογοήτευση από τις σχέσεις.

Είναι σημαντικό να πούμε ότι με τον όρο ‘μητέρα’ δεν αναφερόμαστε απαραίτητα στην βιολογική μητέρα, αλλά στο άτομο που παρέχει την φροντίδα στο βρέφος, όταν η βιολογική μητέρα δεν είναι παρούσα ή αδυνατεί να φροντίσει το παιδί. Πιο σπάνια, ο πατέρας είναι αυτός που παρέχει την πρωταρχική φροντίδα μετά την γέννηση του παιδιού (για παράδειγμα, όταν δεν ζει η μητέρα και δεν υπάρχει διαθέσιμη ευρύτερη οικογένεια).

Δύο βασικές ικανότητες που πρέπει να έχει η μητέρα είναι:

Η ικανότητα να ορίσει τα προσωπικά της όρια και να νιώθει ασφαλής σχετικά με αυτά

Αν η μητέρα ή το κύριο πρόσωπο που φροντίζει το βρέφος δεν έχει ξεκαθαρίσει τα δικά της όρια και δεν νιώθει ασφαλής με αυτά, τότε δεν θα μπορέσει να βοηθήσει το μωρό της να βρει τα δικά του όρια. Μητέρες που δεν έχουν βρει τα προσωπικά τους όρια, έχουν την τάση να μπερδεύουν τα δικά τους συναισθήματα με αυτά του παιδιού τους, κάνοντάς το πιο δύσκολο για το παιδί να ορίσει τον εαυτό του.

Η ικανότητα να μπορεί να επαναπροσδιορίσει τα όριά της, καθώς το παιδί μεγαλώνει

Κατά τα πολύ πρώιμα στάδια της ανατροφής του μωρού, η μητέρα που γνωρίζει τα όριά της, επιλέγει να τα αφήνει διαπερατά, έτσι ώστε να μπορεί να συναισθανθεί και να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Αυτό δεν σημαίνει ότι χάνει την αίσθηση των ορίων της, αλλά ότι συντονίζεται με το μωρό της. Μία ανασφαλής μητέρα που δεν έχει ξεκάθαρη ταυτότητα του εαυτού της, δυσκολεύεται να συντονιστεί και να καταλάβει το μωρό της και είναι επόμενο να έχει ένα ανασφαλές βρέφος.

Καθώς το μωρό μεγαλώνει, η μητέρα καλείται να επαναπροσδιορίσει τα όριά της. Η ασφαλής μητέρα είναι σε θέση να “απογοητεύσει” το βρέφος, που έχει συνηθίσει στην άμεση ικανοποίηση των αναγκών του, στο προηγούμενο στάδιο.”Απογοητεύοντας” με μέτρο τις προσδοκίες του παιδιού, του δίνει την δυνατότητα να προσδιορίσει σταδιακά τον εαυτό του και να μάθει σιγά σιγά να διαχειρίζεται την απογοήτευσή του. Στην φάση αυτή ο ρόλος του πατέρα είναι κρίσιμος, καθώς βοηθά τη μητέρα και το παιδί να αποδεσμευτούν σταδιακά, διευκολύνοντας έτσι τον αυτοπροσδιορισμό και την ανεξαρτησία τους. Κατά τον δεύτερο και τρίτο χρόνο της ζωής, η παρουσία και η ενεργή συμμετοχή του πατέρα είναι πολύ σημαντικές.

Οι πρώιμες αυτές εμπειρίες επηρεάζουν όχι μόνο την διαμόρφωση της προσωπικής μας ταυτότητας και τις σχέσεις μας, αλλά και το πώς είμαστε ως γονείς. Η βοήθεια ενός ειδικού ψυχικής υγείας είναι χρήσιμη, όταν η μητέρα νιώθει ανασφάλεια ή αποτυχία ως μητέρα, ανησυχεί ότι δεν μπορεί να δεθεί με το μωρό της ή δεν μπορεί να απομακρυνθεί καθόλου από αυτό ή γενικά δυσκολεύεται μέσα στη σχέση της με το μωρό της.

Αριάδνη Γραμμάτη

Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια – Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Σχολιάστε